Αρχική σελίδα ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ Αντηλιακά προϊόντα - μύθοι και αλήθειες

Αντηλιακά προϊόντα - μύθοι και αλήθειες

Τι είναι και πώς λειτουργούν τα αντηλιακά προϊόντα; Πώς μας προστατεύουν, πόσο τα χρειαζόμαστε και πώς πρέπει να τα επιλέξουμε; 

Στα θέματα της υγείας οι ειδικοί επιστήμονες δεν είναι πάντα απόλυτοι και χρησιμοποιούν συχνά το «ίσως» και το «μπορεί». Σε ότι αφορά όμως τους κινδύνους που κρύβει η ανεξέλεγκτη έκθεση στον ήλιο μιλούν με βεβαιότητα για θετική συσχέτιση με ανάπτυξη καρκίνου του δέρματος και φωτογήρανση.

Τα καταστρεπτικά αποτελέσματα της αλόγιστης έκθεσης στον ήλιο δεν περιορίζονται μόνο σε εργαζόμενους σε σκληρές συνθήκες όπως για παράδειγμα αγρότες ή  ψαράδες ή κάποιους  που εξορμούν στις παραλίες αναζητώντας το τέλειο μαύρισμα, αλλά αφορούν κυρίως βρέφη και παιδιά. Είναι όμως ευτύχημα ότι υπάρχουν χημικά προϊόντα που συνεισφέρουν στην ηλιοπροστασία, όμως υπάρχει αβεβαιότητα για το ποια προϊόντα είναι καταλληλότερα για παιδιά δεδομένου και του ευαίσθητου δέρματός τους.

 

Κάποιες ακτιβιστικές οργανώσεις ισχυρίζονται ότι ορισμένα συστατικά των αντηλιακών φίλτρων είναι μη ασφαλή και κατηγορούν τις υπεύθυνες αρχές ότι δεν ενδιαφέρονται για την προστασία του κοινού, ενώ οι εταιρείες επαγγέλλονται ότι τα προϊόντα τους ελέγχονται εξονυχιστικά για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά τους. Ως συνήθως, το κοινό τελεί σε καθεστώς σύγχυσης. Ωστόσο, αν κάποιος παραμερίσει τις υπερβολικές εκτιμήσεις που πηγάζουν  από αυτούς που αρέσκονται να σπέρνουν πανικό, αλλά και από τη βιομηχανία με την περιφερόμενη απόλυτη ασφάλεια, μπορεί να προσφέρει ορισμένες απλές συμβουλές.

Η πρόκληση είναι καθαρή. Για την ανάπτυξη ενός καλού αντηλιακού πρέπει να βρεθεί μία χημική ουσία ή ένα μείγμα χημικών ουσιών, που να μπορεί να εφαρμοσθεί στο δέρμα για την αποφυγή όλου του φάσματος των UV ακτίνων, να μη διασπάται με την έκθεση στον ήλιο, να μην εμφανίζει τοπική ή  συστηματική τοξικότητα, να απορροφάται ελάχιστα από τον οργανισμό, να είναι ανθεκτικό στο νερό, να μην έχει λιπαρή υφή, να μην λεκιάζει τα ρούχα, να είναι αισθητικά αποδεκτό, να μπορεί να ενσωματωθεί σε ένα φορέα ή έκδοχο για να μπορεί να επαλειφθεί εύκολα και να εγκριθεί από τον ΕΟΦ, σε αντιδιαστολή με άλλα καλλυντικά προϊόντα για τα οποία δεν απαιτείται έγκριση. Τα παραπάνω απαρτίζουν μια όχι ευκαταφρόνητη λίστα απαιτήσεων.

 

Τα πρώτα αντηλιακά εμφανίσθηκαν στο εμπόριο τη δεκατία του 1960 και είχαν σχεδιασθεί για να φιλτράρουν την  UVB ακτινοβολία η οποία έχει το μικρότερο μήκος κύματος (290-320 nm) και προκαλεί το ηλιακό έγκαυμα. Την εποχή εκείνη ανησυχούσαν κυρίως για τα εγκαύματα, καθώς θεωρούσαν ασφαλή την υπόλοιπη ακτινοβολία που ευθυνόταν για το μαύρισμα. Έτσι το να ανακαλύψει κανείς χημικά που απορροφούν τις «κακές» UVB ακτίνες δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο και ήταν τo PABA, οκτοκρυλένιο, φαινυλβενζιμιδαζόλη, σουλφονικό οξύ και διάφορα κινναμωμικά και σαλικυλικά οξέα.

 

Για κάθε τύπο δέρματος συστήνονταν  πρoϊόντα με διαφορετικές  συγκεντρώσεις των συστατικών αυτών και κατά συνέπεια διαφορετικό “δείκτη προστασίας” (sun protection factor, SPF). Η τιμή του SPF καθορίζεται στο εργαστήριο με την εφαρμογή 2 mg/cm2 προϊόντος στο δέρμα εθελοντών. Η χρήση ενός προϊόντος  με δείκτη 15 σημαίνει ότι ένα άτομο που αρχίζει να καίγεται μετά από 15 λεπτά ηλιακής έκθεσης μπορεί θεωρητικά να εκτεθεί στον ήλιο για 150 λεπτά προτού αρχίσει να έχει κάποια ορατή βλάβη στο δέρμα του.

Ωστόσο, δεν χρειάσθηκε πολύς καιρός για να αποδειχθεί το σενάριο αυτό πολύ απλουστευτικό. Καθώς αναδύθηκε η καθαρή συσχέτιση της UVB ακτινοβολίας και του καρκίνου του δέρματος, το κέντρο βάρους μετατοπίσθηκε από την πρόληψη του ηλιακού εγκαύματος στην πρόληψη του καρκίνου του δέρματος, καταλήγοντας στη συνεχή παραγωγή αντηλιακών με ολοένα και μεγαλύτερους δείκτες προστασίας. Πάντως, ένα αντηλιακό με SPF 15 παρεμποδίζει το 94% των UVB ακτίνων, δηλαδή μόλις  3%  λιγότερο από ένα άλλο προϊόν με διπλάσιο δείκτη (SPF 30). Σε κάθε περίπτωση όμως οι αριθμοί αυτοί αποκτούν σημασία όταν το προϊόν εφαρμόζεται σε συνθήκες εργαστηρίου, γεγονός το οποίο δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Έτσι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν προστατεύονται όπως ενδεχομένως νόμιζαν, ενώ η ακτινοβολία μεγαλύτερου μήκους κύματος (UVA) εκτός από έγκαυμα προκαλεί πρόωρη ρυτίδωση δέρματος (φωτογήρανση) και αντίθετα με τη UVB μπορεί να διαπεράσει και γυαλί ενώ μπορεί να έχει και καρκινογόνο δράση.

Για το λόγο αυτό δημιουργήθηκε η ανάγκη για ανάπτυξη νέας γενιάς προϊόντων που θα προστάτευαν από όλο το φάσμα της υπεριώδους ακτινοβολίας. Κατάλληλα προϊόντα θα ήταν το διοξείδιο του τιτανίου και το οξείδιο του ψευδαργύρου, αλλά δημιουργούσαν ένα λευκό στρώμα στην επιδερμίδα γεγονός που ενοχλούσε αισθητικά. Εναλλακτικά χρησιμοποιήθηκε και η οξυβενζόνη αλλά αφενός διασπάται μερικώς  με παραγωγή ελευθέρων  ριζών οι οποίες έχουν συνδεθεί με καρκίνο και αφετέρου μιμείται τη συμπεριφορά των οιστρογόνων όπως έχει παρατηρηθεί σε ψάρια που έχουν εκτεθεί σε μεγάλες δόσεις. Ωστόσο στην ιατρική βιβλιογραφία η οξυβενζόνη δεν έχει ενοχοποιηθεί για κάποια ανθρώπινη ασθένεια εκτός από τη φωτοδερματίτιδα, η οποία είναι μια δερματική αντίδραση που εκλύεται από την έκθεση στο φως του ήλιου. Υπάρχουν εκατοντάδες συστατικά σε καλλυντικά και φάρμακα τα οποία εάν είχαν εξετασθεί εξονυχιστικά θα μπορούσαν να συνδεθούν με προβλήματα. Για παράδειγμα ουσίες όπως  η bisphenol-a, τα εκχυλίσματα σόγιας και διάφορα εντομοκτόνα έχουν οιστρογονική δράση. Ζούμε δηλαδή σε ένα κόσμο γεμάτο ουσίες με ορμονική δράση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι λόγος να απορρίψουμε ή να αποδεχθούμε εύκολα την οξυβενζόνη.

Η αβοβενζόνη είναι πιο αποδεκτή ουσία καθώς είναι μη ερεθιστική, αλλά γίνεται ασταθής μετά από κάποια ώρα στον ήλιο. Η σταθερότητά της μπορεί να ενισχυθεί εάν συνδυασθεί με οξυβενζόνη και diethylhexyl-2,6-napthalene (DEHN) (Neutrogena Helioplex). Ένα ερώτημα που προκύπτει όμως είναι τι γίνεται με την UV ακτινοβολία που αυτά τα χημικά φίλτρα απορροφούν και αν υπάρχει βλαπτική επίδραση. Η απάντηση είναι η ενέργεια που απορροφάται από την αβοβενζόνη μεταβιβάζεται στην οξυβενζόνη μέσω του DEHN η οποία το μετατρέπει σε αβλαβή ακτινοβολία ερυθρού φάσματος.

 

Ένα άλλο αποτελεσματικό ευρέως φάσματος αντηλιακό που έχει δημιουργηθεί είναι το tetraphalydine dicamphor sulfonic acid (Mexoryl) το οποίο δεν απορροφάται από το δέρμα οπότε δεν υπάρχουν θέματα ασφάλειας. Πρόσφατα επίσης αναπτύχθηκαν προϊόντα με μικροϊονισμένα μεταλλικά φίλτρα (διοξείδιο του τιτανίου, οξείδιο του ψευδαργύρου) που δεν αφήνουν λευκά κατάλοιπα, αλλά δεν είναι δυνατός ο υπολογισμός της προστασίας που προσφέρουν γιατί δεν υπάρχει ακόμα σύστημα υπολογισμού SPF.

 

Αρκετά  αντηλιακά προϊόντα περιέχουν επίσης επιπλέον συστατικά εκτός από τα φίλτρα, όπως το retinyl palmitate το οποίο υποτίθεται ότι μειώνει τη φωτογήρανση, αλλά είναι δυνητικά καρκινογόνο σύμφωνα με κάποια πρώιμα μη καλά τεκμηριωμένα αποτελέσματα από πειράματα σε ποντίκια.

 

Παρά τις υποθέσεις και τα αντικρουόμενα αποτελέσματα των μελετών στα πειραματόζωα σχετικά με την ασφάλεια των συστατικών των αντηλιακών, αυτό που πλέον έχει αποδειχθεί είναι ότι τα αντηλιακά προστατεύουν με βεβαιότητα από τον καρκίνο του δέρματος. Σε μια μελέτη στην Αυστραλία, όπου ο καρκίνος του δέρματος αποτελεί μεγάλο πρόβλημα της δημόσιας υγείας, σε δείγμα 1600 ατόμων που χρησιμοποίησαν καθημερινά αντηλιακό για 4.5 χρόνια σημειώθηκαν 40% λιγότεροι καρκίνοι πλακώδους επιθηλίου από την ομάδα ελέγχου. Ο καρκίνος του δέρματος δεν είναι μια σπάνια πάθηση. Αντίθετα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) υπολογίζει σε 48.000 τους θανάτους ετησίως από μελάνωμα και σε 14. 000 από άλλους τύπους καρκίνου δέρματος.

 

Συμπερασματικά

Μετά από όλα αυτά τα δεδομένα, η γενική σύσταση είναι να αναζητήσουμε ένα προϊόν με SPF 30 που θα περιέχει avobenzone, Mexoryl, οξείδιο του τιτανίου ή του ψευδαργύρου. Καθώς μάλιστα το διοξείδιο του τιτανίου και το οξείδιο του ψευδαργύρου είναι τα λιγότερο ερεθιστικά συστήνονται για χρήση σε παιδιά.Τα βρέφη είναι προτιμότερο να προστατεύονται με κατάλληλη ένδυση, ωστόσο δεν υπάρχει ένδυση που να καλύπτει το σύνολο του δέρματος και ως εκ τούτου σύσταση είναι να καλύπτονται με αντηλιακό τα εκτεθειμένα μέρη. Σε ιστορικό αλλεργικής προδιάθεσης και υπερευαισθησίας προτείνεται η αποφυγή προϊόντων με άρωμα.

Το αντηλιακό προΪόν θα πρέπει να εφαρμόζεται περίπου 15 λεπτά πριν από την έκθεση στον ήλιο. Σαν γενική οδηγία προτείνεται ποσότητα ίση με ένα ποτηράκι για σφηνάκι για το σώμα και μισό κουταλάκι γλυκού για το πρόσωπο. Θα πρέπει να επαναλαμβάνουμε τις επαλείψεις συχνά και κατά κάποιο τρόπο να αγνοήσουμε τις  ταμπέλες «αδιάβροχο», «ολοήμερη προστασία» και «ανθεκτικό στον ιδρώτα» που μπορεί να διαβάζουμε στη συσκευασία. Εάν πάλι δούμε την ταμπέλα «ελεύθερο από χημικά» μάλλον θα αγοράσουμε ένα κενό προϊόν χωρίς καμία δράση. Τα αντηλιακά πρέπει να θυμόμαστε ότι τα χρησιμοποιούμε για προστασία του δέρματος όταν η έκθεση αυτού στον ήλιο είναι αναπόφευκτη και όχι για να παρατείνουμε την παραμονή μας σε αυτόν. Πάνω από όλα πρέπει να θυμόμαστε ότι δυστυχώς δεν υφίσταται «υγιές μαύρισμα».

 

 

Σταυρούλα Ψώνη
Παιδίατρος, Επιμελήτρια Α' Παιδιατρικής Κλινικής, Παιδιατρικού Κέντρου Αθηνών
www.paidiatriki.gr

 

Ημερ/νία δημοσίευσης: 16 Ιουλίου 2011

Διαβάστε επίσης...